Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Η ζωή της Παραάλλης

Η ζωή της Παραάλλης

SEASON 1, EPISODE 1

Η Παραάλλη μόλις πάτησε το πόδι της στη μεγάλη πόλη. Κοίταξε γύρω της και παντού αντίκρισε άχαρες και γκρίζες αδηφάγες πολυκατοικίες. Αυτοκίνητα έτρεχαν απειλητικά γύρω της. Φωνές κραυγές, πυροβολισμοί, βρώμικοι ήχοι ερχόντουσαν κατά πάνω της να ταράξουν την γαλήνη της ψυχής της, την αρμονία και τη θέωση.
‘’Καλέ μου Χριστούλη, τι πόλη είναι αυτή; Γιατί είμαι εγώ εδώ; Γιατί;’’
΄΄Είσαι εδώ για να βρεις την οικογένειά σου’’

Η Παραάλλη χλόμιασε, γιατί ξαφνιάστηκε. Το πρόσωπό της δεν ήταν πια φωτεινό. Το πεσκέσι με το κολατσιό (αυγά, ελιές θρούμπες, κρεμμύδι, ντομάτες, αγγούρια, σκόρδα, λούτσος, μπακαλιάρος) της έπεσε απ τα χέρια. Ευθύς δέκα μαυρισμένα χέρια, πόδια και δόντια απλώθηκαν και το κατασπάραξαν. Παιδιά των φαναριών…
Η παραάλλη άρχισε να τρέχει, να τρέχει, να τρέχει και να κλαίει, να κλαίει να κλαίει. Τα δάκρυά της έκαναν ποτάμι και φώναξε γιατί σε μένα, γιατί; να μην έχω μια ζεστή φωλιά, να μη ζήσω την οικογενειακή θαλπωρή, εγώ δεν έζησα την οικογενειακή στοργή, το μόνο που γνώρισα είναι οι γκρίζοι, απρόσωποι και διπρόσωποι τοίχοι του κρύου κυνοτροφείου. Είπε και ένα δάκρυ κύλησε από το μάγουλό της. ’’Αχ και βαχ’’

Ευθύς κίνησε για να βρει τους γονείς της. Εκεί που πήγαινε συνάντησε την Χτένια. Η Χτένια ήτανε όμορφη, άπιαστη και με μία πράσινη γλίτσα πάνω της που κυλούσε απ το κορμί της και έσταζε στο δρόμο. Αυτός ήταν και ο λόγος που ξεγλιστρούσε σαν χέλι και κανένας δεν μπορούσε να της αντισταθεί.
΄Ηταν η απόλυτη ερωτική φαντασίωση.
-Χτένια, χτένια ούουου εδώ, εδώ! Τσουτσουπρούτσου!
-Γεια σου Παραάλλη γλυκιά μου! Την αγκάλιασε τόσο σφιχτά που ένα κρακ ακούστηκε.
-Άουτς, γεια σου Χτένια πως από δω αγαπημένη και πιστή μου φίλη;
-Μόλις βρήκα τη γιαγιά σου, ε… τη γιαγιά μου ήθελα να πω. Και μάντεψε! Είναι πανέμορφη και ζάμπλουτη. Πασίγνωστη και άφταστη επιχειρηματίας, της ανήκει ο γνωστός κολοσσός Καβλιφατίδη απεντομώσεις-αποψιλώσεις στις 3 επισκέψεις η μία δώρο.
-Α είναι αυτή η πανίσχυρη γυναίκα με τη κρύα καρδιά τα παγωμένα δάκτυλα και τις βρωμερές πατούσες;
-Ναι αυτή είναι η γλυκιά μου, απάντησε η Χτένια και ξερόγλειψε τα χείλη της με τη διχαλωτή της γλώσσα.
-Και γω ήρθα εδώ για να βρω τους γονείς μου, μακάρι να τους βρω, είπε η γλυκιά Παραάλλη και ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια της.
-Οχιιιι!!!! Είσαι τρελή: Αυτό είναι άνω ποταμών! Θα καταστραφείς και θα απεντομωθείς, θα καταποντιστείς, θα μαγαριστείς θα θωπευτείς, θα σφετεριστείς, θα κουτουλήσεις και θα μεγαλώσει η μύτη σου ο κώλος σου και τα αυτιά σου. Τα μάτια σου θα αλλάξουν θέση, το στόμα σου θα στραβώσει και θα κατσαρώσουν οι τρίχες σου. Υποσχέσου μου ότι δεν θα το κάνεις ποτέ αυτό!
-Εντάξει, είπε η Παρααάλη και ένα δάκρυ κύλησε από το αριστερό της μάτι.